Μια «αναμάρτητη» οικογένεια που δεινοπαθεί από φόβο και θυμό. Ίσως από μια πρώτη διαπίστωση, το έργο του Μαξίμ Γκόρκι να εμφανίζει ανθρώπους κακούς, ανόητους, μοχθηρούς, σχεδόν ασυναίσθητους.
Εμβαθύνοντας μπορείς να δεις ολοκάθαρα πως οι ήρωες του έργου «Βάσσα» δεν είναι παρά ηττημένοι άνθρωποι των δικών τους παθών, που ο καθένας από εμάς μπορεί, ψηλαφίζοντάς τους, να βρει δαίμονες των δικών του σκέψεων και επιθυμιών.
Μέσα σε ένα σπίτι που πενθεί πριν τον θάνατο ενός ανθρώπου, του Ζαχάρ Ζελεσνώφ, το κουτί της Πανδώρας είναι έτοιμο να εκραγεί. Η Βάσσα Ζελεσνόβα αναλαμβάνει τα ινία μιας επιχείρησης καταδικασμένης από την χρεοκοπία, οι κόποι μιας ζωής θα γίνουν στάχτη. Ο Ζαχάρ οδεύει προς τον επικείμενο θάνατο. Όλοι θέλουν να επωφεληθούν από μια μυστική κληρονομία, το περιεχόμενο της οποίας, όλοι αγνοούν. Παλεύουν να πάρουν το μερίδιό τους και να εξαφανιστούν. Η Βάσσα πιστεύει πως τα παιδιά της την πρόδωσαν, την εγκαταλείπουν, ενώ εκείνη πάλεψε για το καλύτερο για εκείνα, άντεξε, υπόμεινε όλα τα δεινά που της έκανε ο άντρας της, και τώρα της το ξεπληρώνουν με τον χειρότερο τρόπο. Μια μητέρα ικανή για τα πάντα, σα μια σύγχρονη Μήδεια, που δε διστάζει να θυσιάσει ακόμη και την ευτυχία των παιδιών της. Μια γυναίκα δυναμική, επιβλητική και παράλληλα τόσο αδύναμη κι εύθραυστη.
Όλοι οι ήρωες του Γκόρκι θυμίζουν λίγο πολύ εκείνες του Ντοστογιέφσκι, οκνηροί, πληκτικοί, ανίκανοι, που αρνούνται να δουλέψουν γι’ αυτά που θεωρούν πως τους ανήκουν, ενώ ζητούν άπληστα κάτι για το οποίο δε μόχθησαν για να το κατακτήσουν. Μοναχικοί άνθρωποι, που αποζητούν τη φυγή, την ελευθερία, την ευτυχία, τη διασκέδαση, μια ζωή δίχως περιορισμούς και δυστυχία.
Ας μη βιαστούμε να κατηγορήσουμε αυτές τις δυσνόητες και απελπισμένες φιγούρες. Ουδείς δεν είναι κακός, είναι τα πάθη που τους βασανίζουν, κι αυτή είναι η μόνη δικαιολογία των πράξεών τους. Είναι άνθρωποι που σείονται στην αμαρτία, όπως άλλωστε κάθε θνητός άνθρωπος, να δεις πως το είπε ο Μηχαήλ Ζελεσνώφ, πατέρας της Λιουντμίλα: «Νέα είσαι, πρέπει να ζήσεις! Δεν γίνεται να μείνεις αναμάρτητη, Λίπα. Κανείς δεν μπορεί να περάσει μια ζωή αναμάρτητος.».
Έτσι η Βάσσα δεν είναι μια κακή μάνα επειδή θυσιάζει τις αξίες της για το καλό των παιδιών της. Ο Πάβελ δεν είναι κακός επειδή πράττει αλλόκοτα για την προσοχή όλων και προπάντων της αγαπημένης του. Ο Σεμιόν και η Νατάλια δεν είναι άπληστοί επειδή θέλουν κι έχουν ανάγκη μια καλύτερη ζωή. Η Λιουντμίλα δεν είναι αμαρτωλή επειδή απατά τον άντρα της, που δεν αγάπησε ποτέ και μου νιώθει αηδία στο πλευρό του.
Η Λίπα, η υπηρέτρια της οικογένειας, δεν είναι ρουφιάνα, όταν την απειλούν πως θ’ αποκαλύψουν το πιο σκοτεινό μυστικό της. Επίσης η Άννα δεν είναι δολοπλόκα, όταν κι εκείνη σαν μάνα θέλει να εξασφαλίσει μια καλύτερη ζωή για τα παιδιά της. Ο Πρόχορ δεν είναι μοχθηρός, από τη στιγμή που έζησε μια άσωτη ζωή και πλέον επιθυμεί να ζήσει ήρεμος πλάι στον γιο του. Όμως, όλοι έχουν ένα μερίδιο ευθύνης, ο καθένας ξεφεύγει από τους ηθικούς φραγμούς του για έναν σκοπό, κι αυτό είναι και το τίμημα που θα πληρώσουν.
Ο Γκόρκι έγραψε ένα έργο για όλους εμάς τους αδύναμους ανθρώπους που κάθε φορά ηττούμαστε από τα πάθη μας, κι από όλες εκείνες τις οξύμωρες σκέψεις περί ελπίδας και του μέλλοντος, που κάνουμε κατά καιρούς. Τονίζει, με μελανά γράμματα και έντονους συναισθηματικούς παλμούς, πως όλοι είμαστε αμαρτωλοί, κι όλοι πληρώνουμε το τίμημα των ονείρων μας, όλοι παλεύουμε με τη μοναξιά μας, όλοι ψάχνουμε τη φυγή, όλοι ψυχορραγούμε από τις προσδοκίες μας, κι όλοι είμαστε θλιμμένες μαριονέτες που αρνούμαστε να δεχτούμε την πραγματικότητα.
Γι’ αυτό και καμιά φορά γινόμαστε κακοί, ύπουλοι, μοχθηροί, πληγώνουμε τους άλλους, γινόμαστε εκδικητικοί, κι όταν παίρνουμε αυτό που θέλουμε, δεν μας αρκεί. Οπότε, η οικογένεια Ζελσνώφ, που με τόσο χειμαρώδη και χιουμοριστικό τρόπο έγραψε ο Γκόρκι, δεν είναι παρά μια συνηθισμένη οικογένεια καθημερινής πραγματικότητας, αυτοκαταστροφική, όμως, όλοι τρέφουν μια βαθιά αγάπη ο ένας για τον άλλον.
Σε ένα από τα μυστήρια δωμάτια του πολυχώρου Vault, όπου όλα όσα εκτυλίσσονται μοιάζουν παράδοξα, είδα αυτή την «αμαρτωλή» οικογένεια. Πλημμυρισμένη από συναισθήματα που δεν μπορούσα να τιθασεύσω, χαράς ή λύπης, κατανόησης ή κατηγόριας, μπορώ να πω, σχεδόν με σιγουριά, πως είδα κάτι που με πλάνεψε, για μια στιγμή μπόρεσα να ξεχάσω πως βρίσκομαι σε ένα θέατρο με ηθοποιούς που προσπαθούν να μου πουν κάτι, και πίστεψα πως όσα έβλεπα, όσα βίωσα κι ένιωσα ήταν πραγματικά.
Η «Βάσσα» είναι μια καλοδουλεμένη παράσταση, άρτια, πολύπτυχη, πολύπλευρη, πλήρης, πολύπλοκη και παράλληλα κατανοητή, δεν είχε τίποτα άλλο να εναποθέσει, παρά μόνο να εγγυηθεί την εξέλιξή της. Υπήρξε μια αλληλουχία κάπου εκεί μέσα, πολλών συναισθημάτων, που δεινά προκαλούσαν μια ρωγμή, εισέρχονταν μέσα μας κι απλώνονταν. Αυτή η παράσταση είναι ένα μικρό χαστούκι, που από τη μία σε χαϊδεύει, κι από την άλλη σε πονά.
Ο σκηνοθέτης της παράστασης Ένκε Φεζολλάρι, ενώ κάθε φορά παρουσιάζει παραστάσεις με έντονο περιεχόμενο, δουλεύοντας πολύ γι’ αυτές, σταλάζοντας τη δική του πινελιά, με ειλικρίνεια κι αγάπη, αυτή τη φορά βίωσα μια μικρή έκπληξη από τον τρόπο που προσέγγισε αυτό το έργο, τον τρόπο που έφερε σε μια ισορροπία τη κωμωδία με το δράμα, τον τρόπο που από τη μία συγκράτησε τους συναισθηματικούς ελιγμούς κι από την άλλη τους ελευθέρωσε. Τοποθέτησε με προσοχή κάθε λέξη, κάθε κίνηση, κάθε αντικείμενο στη σωστή θέση, ενώ μαζί με τους ηθοποιούς δούλεψε τους ρόλους, τις κινήσεις, τους διαλόγους, δημιουργώντας μια ενδιαφέρουσα παράσταση.
Οι ηθοποιοί Αθηνά Τσιλύρα, Χρήστος Μουστακάς, Μαρία Καρακίτσου, Βασίλης Τσιγκριστάρης, Νικόλας Φραγκιουδάκης, Λία Τσάνα, Ορνέλα Λούτη και Άντα Γιαννουκάκη ερμήνευσαν, ο καθένας ξεχωριστά, τον ρόλο τους, εύστοχα, ευσυνείδητα, διεισδύοντας στην ψυχοσύνθεση του ήρωα, δόθηκαν, παρουσιάζοντας κάτι αρκετά εύλογο.
Κι αν είναι να ειπωθεί κάτι ακόμη από αυτό το έργο, αυτό είναι: “Δεν υπάρχουν θαύματα στον κόσμο, μονάχα αυτά που κάνουμε εμείς οι ίδιοι.”
Συντελεστές
Μετάφραση: Αλέξανδρος Κοέν
Διασκευή -Σκηνοθεσία: Ένκε Φεζολλάρι
Δραματουργικοί Σύμβουλοι: Ναταλί Μηνιώτη, Κάτια Σωτηρίου
Σκηνικός χώρος-κοστούμια: Γιώργος Λυντζέρης, Madamme Pelagie
Art direction : Μαριάνθη Γραμματικού
Πρωτότυπη μουσική: Μάνος Αντωνιάδης
Βοηθός σκηνοθέτη: Φανή Παρλή
Φωτογραφίες-Trailer : Ελπίδα Μουμουλίδου
Παίζουν: Αθηνά Τσιλύρα, Χρήστος Μουστάκας, Μαρία Καρακίτσου, Βασίλης Τσιγκριστάρης, Νικόλας Φραγκιουδάκης, Λία Τσάνα, Ορνέλα Λούτη, Άντα Γιαννουκάκη
Εισιτήρια: Γενική Είσοδος: 15€
Μειωμένο: 12€
Κάθε Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή στις 21:00
και Κυριακή στις 18:30
Τιμή εισιτηρίου: Είσοδος 12 – 15 ευρώ
Τοποθεσία
Vault Theatre Plus,
Μελενίκου 26, Βοτανικός, +30 213 0356472 / +30694 59 93 870, vaulttheatre.gr@gmail.com
0 Σχόλια