Hot Posts

6/recent/ticker-posts

”Οι Ντάρρελ της Κέρκυρας” του Michael Haag – Eκδόσεις Πατάκη

12121b


”Οι Ντάρρελ της Κέρκυρας” είναι το βιβλίο πού πάνω του βασίστηκε η τηλεοπτική σειρά που παίζεται αυτόν τον καιρό με μεγάλη επιτυχία στην κρατική τηλεόραση, αφού προβλήθηκε σε όλα τα μεγάλα τηλεοπτικά κανάλια του πλανήτη.
Ο Μάικλ Χάαγκ, ο συγγραφέας του βιβλίου,γράφει αυτή την εποχή την βιογραφία του Λώρενς Ντάρρελ,τον οποίο γνώριζε προσωπικά,όπως και τον αδελφό του, Τζέρρυ, διάσημο φυσιοδίφη και προστάτη των απειλούμενων με εξαφάνιση ειδών.

Ήταν φίλος της οικογένειας και ως εκ τούτου, αντλεί επιπλέον υλικό από ημερολόγια, επιστολές και ανέκδοτα βιογραφικά σπαράγματα, όπως και σε αυστηρά προσωπικές φωτογραφίες που άφησαν πίσω τους οι Ντάρρελ.

Όλα όσα γράφει στο βιβλίο ο συγγραφέας,είναι πραγματικά γεγονότα αφού ,ουσιαστικά,είναι ένα έργο βιογραφικό.Η ιστορία της οικογένειας Ντάρρελ, θα μπορούσε,ίσως , να είναι η ιστορία μιάς οποιασδήποτε βρετανικής οικογένειας των αρχών του 20ου αιώνα, αν η μητέρα της οικογένειας ήταν περισσότερο συμβατική σαν άνθρωπος. Η Λουίζα Ντάρρελ , όμως,όπως και όλη η οικογένεια ήταν παιδιά της αποικιοκρατίας.Γεννημένη στην Ινδία, παντρεύτηκε τον Λόρενς Σάμιουελ Ντάρρελ και έκαναν πέντε παιδιά, από τα οποία επέζησαν τα τέσσερα. Ο Λόρενς,ο Λέζλι, η Μάργκαρετ και ο Τζέραλντ. Μετά τον θάνατο του πατέρα τους, η Λουίζα με τα παιδιά επέστρεψαν στην Αγγλία. Μαθημένοι σε έναν άλλο τρόποι ζωής,δυσκολεύτηκαν να προσαρμοστούν. Κάποια στιγμή και για οικονομικούς λόγους, η Λουίζα αποφάσισε να μετακομίσει με τα παιδιά της στην Κέρκυρα, για την οποία είχε ακούσει πολλά και η ζωή εκεί ήταν πιο φτηνή σε σχέση με την Αγγλία.

”Είχαμε φτάσει σε ένα μέρος που έμελλε να επηρεάσει βαθιά όλους μας” έγραψε ο Τζέρρυ σχετικά με την επίδραση που είχε η Κέρκυρα στην οικογένεια.”Ήταν σαν να γινόμασταν δεκτοί πίσω στον Παράδεισο”.

”Στο έργο του ”Η οικογένειά μου και άλλα ζώα” ο Τζέρρυ δίνει την εντύπωση ότι η οικογένεια βρέθηκε στην Κέρκυρα σχεδόν από ένα καπρίτσιο της στιγμής,πουλώντας όσο όσο το σπίτι τους και σαλπάροντας προς το άγνωστο για να ξεφύγουν από τα βροχερά καλοκαίρια της Αγγλίας και τα κρυολογήματα. Αυτό που δεν αναφέρει όμως,όπως δεν το αναφέρει και ο Λάρρυ στη ”Σπηλιά της Αφροδίτης”,είναι η τραγωδία. Περιέγραψαν περιπαικτικά και χαριτωμένα τις ειδυλλιακές μέρες τους στο νησί, κανείς όμως δεν ανέφερε τι ήταν αυτό που τους ώθησε πραγματικά να εγκατασταθούν εκεί: ο αιφνίδιος θάνατος του πατέρα τους στην Ινδία,η συντριβή που ένιωσε η μητέρα τους και η λαχτάρα να ανακτήσουν κάτι που είχε πιά χαθεί. Ωστόσο,η λάμψη, το χρώμα και η ελευθερία που ανακάλυψαν στην Κέρκυρα αναπτέρωσε το ηθικό τους. Το νησί είχε κάτι από την τρυφεράδα της ιταλικής επαρχίας,τη ζέστη και το άρωμα της Μεσογείου, την ιδιοσυγκρασία της Ελλάδας- μια ένταση στις αισθήσεις που δεν είχαν ξανανιώσει από τότε που έφυγαν από την Ινδία. Για τους Ντάρρελ,έπειτα από τα χρόνια που πέρασαν στην Αγγλία πασχίζοντας να ξεπεράσουν την οικογενειακή τραγωδία, η ζωή στην Κέρκυρα αποτέλεσε μια αναγέννηση. Διαφυλάσσοντας την ενότητα της οικογένειας,τα παιδιά δεν ωθούσαν ποτέ την παιδική τους αταξία στα άκρα,επιτρέποντας έτσι στη μητέρα τους, να ηγείται μιας ευχάριστης άναρχης κατάστασης. Για κάθε μέλος της οικογένειας Ντάρρελ η Κέρκυρα είχε επουλωτική επίδραση”,γράφει ο Μάικλ Χάαγκ.

Πραγματικά, η ζωή των Ντάρρελ στην Κέρκυρα,κύλησε σαν να ήταν στον Παράδεισο.Αυτό προκύπτει και από τις περιγραφές των ίδιων σε επιστολές και ημερολόγια. Βέβαια,αν σκεφτεί κανείς,ότι τα μικρότερα παιδιά κανονικά έπρεπε να πηγαίνουν σχολείο και δεν πήγαιναν,καταλαβαίνει εύκολα κανείς την αντισυμβατικότητα τους. Μια αντισυμβατικότητα που εκδηλωνόταν σε διάφορα πεδία και βέβαια,δεν ήταν αποδεκτή από όλους.

”Τους επισκεφτήκαμε κάμποσες φορές…..”γράφει η Βίβιαν Αιρις Ρέιμοντ.’ ‘Η καθιερωμένη βρετανική κοινότητα δεν ένιωθε άνετα με τον μποέμικο τρόπο ζωής της οικογένειας Ντάρρελ. Οι Ντάρρελ δεν ήταν μέλη της τάξης των επαγγελματιών ή των αξιωματούχων και σίγουρα δεν ανήκαν στην υψηλή κοινωνία. Διέφεραν σε μεγάλο βαθμό από οποιονδήποτε άλλον Βρετανό που βρισκόταν στο νησί εκείνη την εποχή. Συγχρωτίζονταν με τους χωρικούς και τους αγρότες με τρόπο που προσέβαλε όσους ανήκαν και σε ανώτερη αλλά και σε κατώτερη κοινωνική θέση. Και αυτό δεν συνέβαινε διότι το κατεστημένο υποτιμούσε τους χωρικούς. Η συμπάθεια που νιώθαμε για τους υπηρέτες μας ήταν ειλικρινής…. Οι χωρικοί είχαν ένα αποκλειστικά ελληνικό αίσθημα υπερηφάνειας και μια συμπεριφορά που δεν επέτρεπε την αναγνώριση καμίας κατωτερότητας. Ωστόσο, ήξεραν ποια ήταν η θέση τους. Υπήρχαν πολλοί άγραφοι κανόνες που όριζαν επακριβώς ποιοι τρόποι συναναστροφής άρμοζαν ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις. Οι Ντάρρελ δεν καταλάβαιναν αυτούς τους κανόνες. Δεν μπορούσαν να ταιριάξουν”.

Σύμφωνα με τη Βίβιαν, η συμπεριφορά των Ντάρρελ αποτελούσε προσβολή σε όλη την Κέρκυρα. Ήταν γνωστό πως είχαν λιθοβοληθεί από τον ιερέα και τα αγόρια του χωριού επειδή έκαναν μπάνιο γυμνοί και ακόμη χειρότερα, έπαιρναν μαζί και φίλους τους στις εκδρομές που κάνανε για γυμνισμό,συμπεριλαμβανομένων ασυνόδευτων νεαρών γυναικών από την Αγγλία. Αυτό δεν είχε περάσει απαρατήρητο.

Το γεγονός ότι οι Ντάρρελ έκαναν παρέα με αρκετούς ντόπιους, στα μάτια των υπόλοιπων Βρετανών που ζούσαν στην Κέρκυρα ήταν μη αποδεκτό. Κλασική συμπεριφορά αποτέλεσμα της αποκιοκρατίας.

Για τους νεαρούς Ντάρρελ όμως, η παραμονή τους στην Κέρκυρα ήταν σαν την παραμονή στον Παράδεισο. Χρόνια αργότερα,όταν όλα αυτά έγιναν αναμνήσεις,στο βιβλίο του ” Η σπηλιά του Πρόσπερου”, που γράφτηκε στην Αλεξάνδρεια, ο Λώρενς Ντάρρελ περιγράφει:” Τον Απρίλη του 1941,καθώς στεκόμουν πάνω στο κατασκότεινο κατάστρωμα ενός καϊκιού που προσπερνούσε ξυστά το ακρωτήριο Ταίναρο για να πάει στην Κρήτη, έπιασα τον εαυτό μου να συλλογίζεται εκείνη την πράσινη βροχή στο λευκό μπαλκόνι, στη σκιά της Αλβανίας. Την έφερα στο νου μου με μια λύπη τόσο ακριβή και τόσο βαθιά που τα αισθήματά μου ήταν πεντακάθαρα. Μέσα από τον παραμορφωτικό φακό της μνήμης το παρελθόν φάνταζε τόσο μαγευτικό που ακόμη και η σκέψη το υποτιμούσε. Ποτέ δεν μιλάμε γι’ αυτό, για την απόδρασή μας:
Το σπίτι γκρεμισμένο, το μικρό μαύρο σκάφος διαλυμένο. Το μόνο που σκέφτομαι είναι ότι το ξωκλήσι με τα τρία μαύρα κυπαρίσσια και τη μικροσκοπική βραχώδη γούρνα.Πρέπει να υπάρχουν ακόμα”.

Η ζωή των Ντάρρελ στην Κέρκυρα έληξε με την κήρυξη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου. Τα χρόνια που ακολούθησαν ο καθένας τράβηξε τον δρόμο του. Αλλά οι αναμνήσεις της Κέρκυρας ένωναν την οικογένεια, αφού γι’ αυτούς ήταν σαν την επιστροφή στον χαμένο Παράδεισο.

Μια επιστροφή πού όταν αργότερα έγινε, ήταν απογοητευτική:”Παντελής έλλειψη ελέγχου,απόλυτη απληστία,απόλυτη αναισθησία” ήταν το κατηγορώ του Τζέρρυ στους Έλληνες που θυσίασαν την ομορφιά στον βωμό του χρήματος-του χρήματος που δεν κατέληγε καν στις τσέπες της τοπικής κοινότητας,αλλά στα τουριστικά γραφεία και στις κοινοπραξίες των ξενοδοχείων.

Το βιβλίο του Μάικλ Χάαγκ είναι μια καταγραφή της ζωής στον Μεσοπόλεμο. Μιας εποχής, γοητευτικής, έτσι κι αλλιώς,όταν τα όρια του ”κανονικού” υποχώρησαν μετά την φρίκη που βίωσε η ανθρωπότητα μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Είναι και μια περιγραφή των ανθρώπων που μεγάλωσαν μέσα στην βρετανική αποικιοκρατία και αυτό τους έκανε κοσμοπολίτες με την έννοια που ο Λώρενς Ντάρρελ περιέγραψε την εποχή στα μεταγενέστερα μυθιστορήματα του. Ήταν Βρετανοί πολίτες που είχαν ζήσει από ελάχιστα έως καθόλου στην Βρετανία. Και στο συγκεκριμένο βιβλίο, ο συγγραφέας του καταφέρνει να περιγράψει απολύτως πειστικά. Ένα βιβλίο που διαβάζεται εύκολα και μεταφέρει τους αναγνώστες στην προπολεμική εποχή, στην εποχή πριν ο μαζικός τουρισμός αλλοιώσει τοπία και συνειδήσεις. Μοιάζει σαν στιγμιότυπο από μια ξεχασμένη ζωή που σου κλείνει ξαφνικά το μάτι πονηρά και σε καλεί,μέσα από τις σελίδες του, να το ζήσεις κι εσύ, που δεν είχες γεννηθεί τότε.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια