Sponsor Advertise

Λογοτεχνικό κείμενο κι αναγνώστης

Λογοτεχνικό κείμενο



Ο ισχυρισμός ότι το λογοτεχνικό κείμενο, με την ολοκλήρωσή, του «φεύγει» απ’ τον δημιουργό του και γίνεται «κτήμα» του αναγνώστη, ακριβώς επειδή του δίνει το νόημα που αυτός αντιλαμβάνεται, αναπλάθοντάς το κατ’ αυτόν τον τρόπο, δεν ευσταθεί. Κι όμως, είν’ ένας ισχυρισμός που προβάλλεται ανέκαθεν από φίλους και «ειδικούς» της λογοτεχνίας.


Πηγή: wallpapers.com

Ο ισχυρισμός τούτος είναι συναρτημένος, βέβαια, με το ζήτημα της επάρκειας του αναγνώστη ως δέκτη κειμένου, δηλαδή σε ποιο βαθμό δύναται ο αναγνώστης να κατανοήσει και να δεχτεί πρώτα ότι το κάθε λογοτεχνικό κείμενο είναι πολυεπίπεδο (μεταδίδει, δηλαδή, πολλές διαφορετικές ιδέες ανάλογα με το βάθος κειμένου στο οποίο μπορεί να φτάσει ο αναγνώστης) και έπειτα, αφού επέλθει μια τέτοια κατανόηση, να εντοπίσει την ιδέα ή το νόημα εκείνο που είχε πρόθεση να μεταδώσει ο δημιουργός την ώρα της συγγραφής, απορρίπτοντας ταυτόχρονα όλες τις υπόλοιπες, τις δευτερεύουσες ή τριτεύουσες ιδέες.

Ώστε ο επαρκής αναγνώστης είναι σε θέση να διατρέχει το λογοτεχνικό κείμενο σε όλα του τα επίπεδα ανάγνωσης και πρόσληψης (απ’ τα λιγότερα κρίσιμα και πιο επιφανειακά, μέχρι τα βαθύτερα και αποκαλυπτικότερα του βασικού νοήματος) και επιστρατεύοντας τον θεωρητικό του οπλισμό (τις γνώσεις του γύρω στην εγχώρια και παγκόσμια ποίηση, στη φιλολογία, την ιστορία, στη φιλοσοφία του καλού κ.λπ.), την ευαισθησία του και τα κριτήρια του (προκειμένου να εκφέρει ζυγιασμένη κρίση για το ποια είναι η βασική ιδέα του κειμένου και βάσει αυτής να ερμηνεύσει ορθά) να φτάνει στην κατάσταση εκείνη της ταύτισης της δικής του ερμηνείας με αυτήν του ίδιου του συγγραφέα!

Ο επαρκής αναγνώστης ζυγιάζει, λοιπόν, μέσα του το ειδικό βάρος όλων των ιδεών που αναπόφευκτα αναδίδει το πολύσημο, απ’ τη φύση του, λογοτεχνικό κείμενο και δίνει προτεραιότητα σ’ εκείνη που θα τον οδηγήσει στη σωστή ερμηνεία του.

Αντιθέτως, στη συνείδηση του ανεπαρκούς αναγνώστη παρεισφρέουν και πολλές άλλες ιδέες και, επειδή δεν είναι σε θέση να τις αξιολογήσει και να τις ιεραρχήσει, καταλήγει σε παρερμηνείες του κειμένου και επακολούθως σε μια λανθασμένη θέση για την αξία του. Θα λεγα ότι η αδυναμία κάποιων αναγνωστών, να προσπελάσουν το κείμενο, (στα μάτια των οποίων φαντάζει ακατανόητο) οφείλεται στη σύγχυση που του προκαλούν μέσα του όλες αυτές οι δευτερεύουσες ιδέες και στην αδυναμία του να διεισδύσει σε εν τω βάθει στρώματα ανάγνωσης, όπου κείτεται η ιδέα του δημιουργού, προκειμένου να την «φέρει στο φως».

Επομένως, ο προαναφερόμενος ισχυρισμός δεν ισχύει για τον επαρκή αναγνώστη: Το έργο δεν «φεύγει» ποτέ απ’ τον δημιουργό. Αντίθετα ο αναγνώστης καλείται να πάει κοντά σ’ αυτό και ν’ αναμετρηθεί μαζί του κυνηγώντας την ερμηνεία εκείνη που σκόπευε να δώσει ο δημιουργός στο έργο του. Στην περίπτωση αυτή, λοιπόν, δεν μπορούμε να μιλάμε καν για ανάπλαση του κειμένου απ’ τον αναγνώστη.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια