Sponsor Advertise

Από το «σκοτεινό θάλαμο» μέχρι σήμερα

ar8o



Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι και ο Αριστοτέλης παρατήρησαν τυχαία το είδωλο του Ήλιου πάνω στο έδαφος, καθώς οι ακτίνες περνούσαν ανάμεσα από μια τρύπα που είχαν σχηματίσει τα φύλλα ενός δέντρου. Μέχρι το 1000 μ.Χ. οι άνθρωποι πίστευαν ότι τα μάτια ακτινοβολούν φως που σχηματίζει με κάποιο ανεξήγητο τρόπο τις εικόνες. Έτσι εξηγούσαν το γεγονός ότι αν καλύψουμε τα μάτια μας, δε βλέπουμε τίποτα. Αφού δεν εκπέμπουν φως, δε σχηματίζονται και εικόνες. Το 1020 μ.Χ., ο Άραβας Αλχαζέν περιέγραψε το φαινόμενο των ειδώλων από σχισμές υποστηρίζοντας ότι τα μάτια μας δεν εκπέμπουν, αλλά απορροφούν φωτεινές ακτίνες σχηματίζοντας τις εικόνες στο εσωτερικό τους.

Η ιστορία της φωτογραφίας ξεκινά από τον Σκοτεινό Θάλαμο δηλαδή την Camera Obscura, στα λατινικά camera σημαίνει αίθουσα – δωμάτιο και obscura σκοτεινό. Η Camera Obscura είναι μια οπτική συσκευή συγκεκριμένα ένα δωμάτιο ή ένα κουτί εντελώς σκοτεινό, που στην μία άκρη έχει μία γυαλιστερή επιφάνεια και στην ακριβώς απέναντι άκρη μια πολύ μικρή τρύπα. Οι ακτίνες του φωτός ταξιδεύουν σε ευθεία γραμμή, με αποτέλεσμα να σχηματίζεται ανάποδα πάνω στη γυαλιστερή επιφάνεια μια εικόνα των αντικειμένων που βρίσκονται έξω από το δωμάτιο (ανεστραμμένο είδωλο). Η Camera Obscura ξεκίνησε ως μέθοδος βοηθητική της ζωγραφικής κυρίως για ελάσσονες ζωγράφους, οι οποίοι αποτύπωναν στο χαρτί το περίγραμμα του προβαλλομένου ειδώλου. Ακόμα ήταν μία από τις εφευρέσεις που οδήγησαν στη φωτογραφία και στις φωτογραφικές μηχανές. Το 1550 έγιναν βελτιώσεις στην Camera Obscura, ο Girolamo Gardano πρόσθεσε ένα διπλό κοίλο φακό στην τρύπα εισόδου του φωτός. Η καμπύλη επιφάνεια του φακού έπρεπε να διαμορφωθεί προσεκτικά για το επιθυμητό αποτέλεσμα, την εστίαση. Οι πρώτοι φακοί κατασκευάζονταν πάνω σε τροχούς αγγειοπλαστικής με κάποιο καλούπι και με λείανση. Αργότερα το 1568 ο Daniello Barbaro, πρόσθεσε ένα διάφραγμα που επέτρεπε την εστίαση της εικόνας (νετάρισμα). Το 1573 ο Danti χρησιμοποίησε ένα κυρτό φακό για να ανορθωθεί το είδωλο. Το 1636 ο Daniel Schwenter εφεύρε ένα σύστημα φακών διαφορετικών εστιακών αποστάσεων, πρόδρομο του σημερινού ζουμ. Το 1676, ο Johann Christoph Sturm πρόσθεσε ένα καθρέφτη μπροστά από το φακό, γυρτό σε γωνία 45 μοιρών, δημιουργώντας την πρώτη ρεφλέξ μηχανή του κόσμου.

Οι πρώτες προσπάθειες αποτύπωσης φωτογραφιών ξεκίνησαν τις αρχές του 17ου αιώνα. Ο Ιταλός φυσικός Angelo Sala (1576-1637) παρατήρησε ότι κάποια άλατα του αργύρου μαυρίζουν μετά την έκθεσή τους στο ηλιακό φως. Δεν μπόρεσε όμως να σταθεροποιήσει τη χημική αντίδραση πριν ξεθωριάσει η εικόνα, αφήνοντας το πρόβλημα άλυτο. Το έτος 1827 ο Γάλλος φυσικός Joseph Nicephore Niepce (Νιέπς, 1765-1833) προσπαθώντας να αποτυπώσει την εικόνα της camera obscura χρησιμοποίησε χλωριούχο άργυρο και κατάφερε να αποτυπώσει μια αρνητική εικόνα χωρίς όμως να πετύχει τη στερέωση της. Έτσι χωρίς να αντιληφθεί τη σημασία της αρνητικής εικόνας, στράφηκε σε ένα είδος φυσικής ασφάλτου και τελικά κατάφερε να αποτυπώσει απευθείας σε θετικό. Ο Νιέπς είχε φωτογραφίσει τις στέγες που έβλεπε από το παράθυρό του. Αν και η φωτογραφία δεν είναι μεγάλης ευκρίνειας ο συνολικός χρόνος έκθεσής της ήταν 8 ώρες.

πρωτη φωτογραφια



Η πρώτη φωτογραφία της ιστορίας ήταν γεγονός και την ονόμασε Heliographie-Ηλιογκραβούρα.

Ο Νιέπς το 1829 άρχισε να συνεργάζεται με τον σκηνογράφο Louis Jacques Mande Daguerre (Νταγκέρ, 1787-1851), με στόχο να βελτιώσουν την ποιότητα των ηλιογραφιών. Το 1833 ο Νταγκέρ, μετά το θάνατο του Νιέπς, τελειοποιεί τη μέθοδο και σπεύδει να κατοχυρώσει τα δικαιώματα για την απολειστικότητα της εφεύρεσης και την ονομάζει Δαγκεροτυπία.

Η ιδέα αρνητικού-θετικού οφείλεται στον Τάλμποτ, με την οποία έγινε δυνατή η απεριόριστη αναπαραγωγή θετικών από μια αρνητική χάρτινη πλάκα. Ο Talbot ονόμασε αρχικά την τεχνική του καλοτυπία αλλά αργότερα μετονομάστηκε σε ταλμποτυπία. Επρόκειτο ουσιαστικά για την δημιουργία μιας ενδιάμεσης αρνητικής εικόνας, που αργότερα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την αναπαραγωγή της θετικής, πραγματικής εικόνας. Η καλοτυπία υστερούσε σε ποιότητα έναντι της δαγκεροτυπίας, ωστόσο αυτό ήταν λογικό καθώς χρησιμοποιούσε ως βάση του αρνητικού, χαρτί του οποίου η υφή διακρινόταν πάνω στη φωτογραφία. Ο χρόνος έκθεσης της επίστρωσης ιωδιούχου αργύρου για τις καλοτυπίες (calotypies), όπως ονομάστηκαν οι δημιουργίες του Τάλμποτ, ήταν αρχικά περίπου 30 δευτερόλεπτα. Σταδιακά μειώθηκε αυτός ο χρόνος σε μερικά δευτερόλεπτα. Το έτος 1839 παρουσίασαν ο Νταγκέρ και ο Τάλμποτ τις δημιουργίες τους σχεδόν ταυτόχρονα σε ευρύτερο κοινό και εντυπωσίασαν.

Οι εξελίξεις ήταν στη συνέχεια ραγδαίες, γιατί πολλοί τεχνικοί και καλλιτέχνες σε πολλές χώρες αναζητούσαν λύση στα μικρά και μεγάλα προβλήματα που παρουσιάζονταν κάθε στιγμή. Ο ‘Αγγλος καλλιτέχνης Frederick Scott Archer (‘Αρτσερ, 1813-1857) παρήγαγε το έτος 1851 αρνητικά πάνω σε γυάλινα πλακίδια, των οποίων η χημική επεξεργασία έπρεπε να γίνεται πριν στεγνώσουν, γι’ αυτό ήταν απαραίτητο να υπάρχει κοντά ένα εργαστήριο. Από εργασίες Γάλλων και ‘Αγγλων χημικών είχε προκύψει το κολόδιο, ένα διάλυμα νιτρικής κυτταρίνης σε μίγμα οινοπνεύματος και αιθέρα. Αυτό το υλικό χρησιμοποιήθηκε, μετά από διάφορες βελτιώσεις στη σύστασή του για την παραγωγή αρνητικών. Με χρήση του κολόδιου και του συρόμενου από άλογα εμφανιστηρίου του ‘Αρτσερ, περιφερόταν ο φωτογράφος Mathew B. Brady (1823-1896) στα πεδία μαχών του αμερικάνικου εμφύλιου πολέμου και δημιούργησε μια μεγάλη συλλογή από φωτογραφίες με σημαντική ιστορική αξία. Λόγω της δυσκολίας του χειρισμού του κολόδιου και της ανάγκης για σύντομη επεξεργασία των αρνητικών, αναζήτησαν οι ερευνητές σε όλες τις χώρες εντατικά ένα νέο υλικό που θα έδινε τη δυνατότητα αναπαραγωγής θετικών από ένα στεγνό αρνητικό και με κάποια άνεση χρόνου. Ο ‘Αγγλος χημικός Joseph Swan (1828-1914) ανακάλυψε ότι η φωτοευαισθησία του βρωμιούχου αργύρου αυξάνει με τη θερμοκρασία και το έτος 1879 απέκτησε ευρεσιτεχνία για τις πρώτες στεγνές πλάκες με επικάλυψη βρωμιούχου αργύρου και ζελατίνας. Μεταξύ 1848 και 1860 δημιούργησαν οι Γάλλοι φυσικοί, Alexandre Bequerel, πατέρας του νομπελίστα φυσικού και Abel Niepce de Saint-Victor (1805-1870), ανιψιός του πρωτοπόρου Joseph Niepces, την πρώτη, αν και ασταθή, έγχρωμη φωτογραφία. Το έτος 1891 κατάφερε ο Gabriel Lippmann (1845-1921), διάσημος επιστήμονας από το Λουξεμβούργο, να σταθεροποιήσει μια έγχρωμη φωτογραφία για μεγάλο χρονικό διάστημα.
kodak_brownie_target_six-20_box_camera



Περί το 1883 επινόησε ο Αμερικάνος βιομήχανος George Eastman (Ήστμαν, 1854-1932) το αρνητικό φιλμ σε μορφή ταινίας και ίδρυσε το έτος 1880 την εταιρία Kodak, η οποία εξειδικεύτηκε στην παραγωγή και το εμπόριο φιλμ τυλιγμένων σε καρούλι, όπως τα γνωρίζουμε σήμερα. Τα φιλμ αυτά τοποθετούνταν σε ειδική κάμερα που είχε μορφή κιβωτίου, την οποία κατασκεύαζε επίσης η εταιρία αυτή. Με τη διάδοση του τυλιγμένου φιλμ άρχισε η εποχή της μαζικής χρήσης φωτογραφικών μηχανών και από ερασιτέχνες. Ο ίδιος κατασκεύασε έτσι και την πρώτη φωτογραφική μηχανή-κουτί (box camera), την οποία και ονόμασε Kodak. Η μηχανή αυτή χαρακτηριζόταν από μικρό βάρος (περίπου ένα κιλό), είχε μικρές διαστάσεις και διέθετε ένα σταθερό διάφραγμα. Ήταν επιφορτωμένη με ένα ρολό φωτοευαίσθητου χαρτιού πάνω στο οποίο μπορούσαν να αποτυπωθούν πολλές φωτογραφίες, τις οποίες αναλάμβανε το εργοστάσιο της Kodak να εμφανίσει και να τυπώσει. Από την περίοδο αυτή μέχρι σήμερα ελάχιστες σημαντικές τροποποιήσεις συντελέστηκαν στη χημική φωτογραφία, με κυριότερη ίσως την τεχνική της έγχρωμης φωτογραφίας. Οι συνεχείς βελτιώσεις στο μηχανικό, τον οπτικό και το χημικό τομέα, μετέτρεψαν τη φωτογράφιση σε μια πολύ διαδεδομένη απασχόληση για επαγγελματίες φωτογράφους και ερασιτέχνες.

Έγχρωμη Φωτογραφία Η τεχνική της φωτογραφίας χρώματος εξερευνήθηκε σε ολόκληρη τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Η πρώτη φωτογραφία χρώματος αποτέλεσε γεγονός το 1861 χάρη στο φυσικό James Clerk Maxwell. Μια από τις πρώτες μεθόδους για έγχρωμες φωτογραφίες περιλάμβανε τη χρήση συνολικά τριών φωτογραφικών μηχανών κάθε μια από τις οποίες είχε ένα διαφορετικό φίλτρο χρώματος μπροστά από το φακό. Το πρώτο έγχρωμο φιλμ (Autochrome) κυκλοφόρησε ως εμπορικό προϊόν το 1907 αλλά η σύσταση του ήταν διαφορετική από του μεταγενέστερου φιλμ Kodachrome, που κυκλοφόρησε το 1935 βασισμένο σε τρία επιχρωματισμένα στρώματα, το κάθε ένα ευαίσθητο σε ένα από τα τρία πρωτεύοντα χρώματα (μπλε, πράσινο και κόκκινο). Τα έγχρωμα φιλμ διακρίνονται σε έγχρωμα αρνητικά ή έγχρωμα θετικά (ή διαφανείς, slides).

Ψηφιακή Φωτογραφία Η ψηφιακή φωτογραφία αποτελεί ίσως την τελευταία σημαντική εξέλιξη σε ότι αφορά την τεχνική της φωτογραφίας. Σε αυτές αντί για το κοινό “χημικό” φιλμ χρησιμοποιούνται φωτοευαίσθητοι αισθητήρες. Το μέρος της φωτογραφικής μηχανής που βοηθά την εστίαση της εικόνας είναι το ίδιο. Βέβαια συνοδεύεται πια από πολλά βοηθητικά της χρήσης ηλεκτρονικά μέσα. Οι αισθητήρες αποτελούνται από έναν αριθμό μικροσκοπικών εικονοστοιχείων (pixels), στα οποία αναλύεται η εικόνα. Χρησιμοποιούνται εξειδικευμένα εικονοστοιχεία για κάθε ένα από τρία βασικά χρώματα. Κάθε ένα καταγράφει τις πληροφορίες σχετικά με την ένταση του εισερχόμενου φωτός από το συγκεκριμένο χρώμα. Στην συνέχεια μετατρέπεται η ένταση σε ένα δυαδικό αριθμό που αποτελεί την μέτρησή της. Οι πληροφορίες αυτές μεταφέρονται στα ηλεκτρονικά κυκλώματα της μηχανής τα οποία επεξεργάζονται και αποθηκεύουν την εικόνα σε μορφή αναγνώσιμη από άλλα μέσα. Η μορφή αυτή είναι μία σειρά δυαδικών αριθμών κατάλληλα οργανωμένων. Στην συνέχεια αυτή είναι έτοιμη να αναπαραχθεί όπου χρειάζεται, με την βοήθεια αποκωδικοποιητών της μορφής αποθήκευσης. Οι κυριότερες μορφές αποθήκευσης σε ψηφιακά μέσα είναι jpeg, gif, tiff. Η πρώτη εμπορική ψηφιακή φωτογραφική μηχανή παρουσιάστηκε το 1990. Σήμερα παρακολουθούμε και απολαμβάνουμε την εξέλιξη της τεχνολογίας καθώς και την πληθώρα προιόντων με λειτουργίες για κάθε φωτογραφικό εγχείρημα.


Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια